- Αχιλλέα, ζωγράφος του-
- (5ος αι. π.Χ.). Συμβατική ονομασία αγνώστου αττικού αγγειογράφου, από τους σημαντικότερους του ερυθρόμορφου ρυθμού. Ονομάστηκε έτσι από ένα από τα σπουδαιότερα έργα του, την παράσταση του Αχιλλέα και της Βρισηίδας σε θαυμάσιο αμφορέα, ο οποίος βρέθηκε στην ετρουσκική νεκρόπολη Βούλτσι και εκτίθεται στο Μουσείο του Βατικανού. Ο ίδιος φιλοτέχνησε πολλά ερυθρόμορφα αγγεία, αλλά και λευκές ληκύθους, που θεωρούνται από τις ωραιότερες του λεπτού αυτού είδους της αττικής αγγειογραφίας. Η καλλιτεχνική σταδιοδρομία του αγγειογράφου αυτού αρχίζει περίπου το 460 π.Χ. και, κατά τις ενδείξεις, συνεχίζεται περίπου τρεις δεκαετίες. Έχουν ανακαλυφθεί γύρω στα διακόσια αγγεία ζωγραφισμένα με την προσωπική τεχνοτροπία του. Διακρίνονται κυρίως για τις μεγάλες, σχεδόν μνημειακές μορφές, με ιδιαίτερα εκφραστικά και ευγενικά χαρακτηριστικά, έξοχα πρόσωπα, σε στάσεις απλές και ήρεμες. Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας υπάρχουν πάνω από είκοσι μεγάλες λευκές λήκυθοι ζωγραφισμένες που αποδίδονται σε αυτόν. Από τις ωραιότερες δημιουργίες του είναι μια λευκή λήκυθος του μουσείου του Μονάχου, με την παράσταση μιας μούσας που παίζει λύρα. Αναγνωριστικό στοιχείο των έργων του είναι και η αφθονία των επιγραφών στα αγγεία, όπου τα ονόματα αυτών που εικονίζονται συνοδεύονται συχνά από το πατρωνυμικό τους. Ο ζωγράφος του Α. χαρακτηρίστηκε ο κλασικότερος των αττικών αγγειογράφων. Έργα του έχουν βρεθεί σε πολλές περιοχές, εκτός από την Αττική, από τη Μικρά Ασία μέχρι τη Σικελία και την Ετρουρία.
Dictionary of Greek. 2013.